Παπακυριαζή 6, Λάρισα | 694 8284869 | 2410 280299

Διατροφική φροντίδα του ασθενούς με σύνδρομο βραχέος εντέρου-Μέρος 1ο

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΑΡΘΡΟΥ

29 Ιουλίου 2022

Η διατροφική φροντίδα του ασθενούς με σύνδρομο βραχέος εντέρου είναι βασικό συστατικό της τελικής έκβασης της πάθησης. Απαιτεί από τον διαιτολόγο εντατική παρακολούθηση του ασθενούς και λεπτομερή σχεδιασμό ενός διαιτολογίου αναφορικά με το είδος, τον όγκο και την συχνότητα των γευμάτων. Από την πλευρά του, ο ασθενής θα πρέπει να επιδείξει υψηλή συμμόρφωση με το διαιτολόγιο και αγαστή συνεργασία με τον διαιτολόγο. Έτσι, το θεραπευτικό αυτό δίδυμο (ασθενής και διαιτολόγος) αυξάνουν τις πιθανότητες της επιτυχούς έκβασης.

Τι είναι το σύνδρομο βραχέος εντέρου

Είναι η έκπτωση της λειτουργίας του εντέρου, σε τέτοιο βαθμό ώστε παρατηρούμε ανεπαρκή πέψη και απορρόφηση των θρεπτικών συστατικών και των υγρών που λαμβάνει ο ασθενής από το στόμα. Δηλαδή, δεν αφορά μόνο το μήκος του, αλλά και την λειτουργικότητά του. Επίσης, το σύνδρομο βραχέος εντέρου αφορά κατά κανόνα το λεπτό έντερο.

Για παράδειγμα, σύνδρομο βραχέος εντέρου έχουμε στην περίπτωση εκτομής εντέρου αλλά και σε εκταταμένη νόσο Crohn όπου υπάρχει μείωση της αποτελεσματικότητάς του αναφορικά με την απορρόφηση. Παρόλα αυτά, για την κλινική διάγνωση του συνδρόμου βραχέος εντέρου χρησιμοποιούμε ως κριτήριο την παραμονή <200cm λεπτού εντέρου.

Οι κυριότερες αιτίες του συνδρόμου βραχέος εντέρου είναι οι εξής

  1. Ισχαιμία των μεσεντέριων αγγείων
  2. Μετεγχειρητικές επιπλοκές
  3. Νόσος του Crohn
  4. Τραύματα
  5. Νεοπλασματικές εξεργασίες (καρκίνος)
  6. Εντερίτιδα λόγω ακτινοθεραπειών (ακτινική εντερίτιδα)

Τα είδη του συνδρόμου βραχέος εντέρου έχουν να κάνουν με την υπολειπόμενη ανατομία. Έτσι, διακρίνουμε τρία είδη με βάση την αλλαγή στην ανατομία:

  1. Τελική νηστιδοστομία
  2. Νηστιδο-ειλεϊκή αναστόμωση
  3. Νηστιδο-κολική ανστόμωση

Μεταβολές που παρατηρούμε στην πέψη και την απορρόφηση των θρεπτικών συστατικών σε περιπτώσεις συνδρόμου βραχέος εντέρου

Το εγγύτερο τμήμα της νήστιδας είναι επιφορτισμένο με την πέψη και απορρόφηση του μεγαλύτερου μέρους των υδατανθράκων, πρωτεϊνών και υδατοδιαλυτών βιταμινών που λαμβάνει ο ασθενής με την τροφή. Αντίθετα, η πέψη των λιπών εκτείνεται και σε απώτερα τμήματα του λεπτού εντέρου μέχρι και τον ειλεό. Η έκταση αυτή, είναι ανάλογη με την ποσότητα λιπαρών που λαμβάνει ο ασθενής από το καθημερινό του διαιτολόγιο. Επίσης, η απορρόφηση των θρεπτικών συστατικών σε αυτά τα σημεία επηρεάζει και την απορρόφηση του νερού.

Ακόμη, το επόμενο τμήμα του λεπτού εντέρου, ο τελικός ειλεός, είναι το σημείο απορρόφησης των χολικών αλάτων και της βιταμίνης Β12. Η εκτομή λοιπόν των τελευταίων 100cm περίπου του ειλεού δυσχεραίνει την απορρόφηση των χολικών αλάτων και κατ’ επέκταση των λιπών. Τελικό αποτέλεσμα είναι η εμφάνιση στεατόρροιας, διάρροιας και ανεπαρκειών μικροθρεπτικών συστατικών (λόγω δέσμευσής τους στα άπεπτα λιπαρά). Επίσης, σε αυτό το τμήμα συμβαίνει και η απορρόφηση μέρους του καταναλισκόμενου νατρίου και υγρών. Όμως ο ειλεός και το εγγύς κόλον εκκρίνουν και ορμόνες που επιβραδύνουν την κινητικότητα του γαστρεντερικού σωλήνα. Αυτές είναι το πεπτίδιο ΥΥ και τα ανάλογα της γλυκαγόνης πεπτίδια 1 & 2. Επίσης, σημαντικό ρόλο στην ρύθμιση του χρόνου διέλευσης της τροφής παίζει και η παρουσία της ειλεοτυφλικής βαλβίδας. Η ύπαρξη/διατήρησή της, αυξάνει τον χρόνο παραμονής της τροφής στο έντερο. Έτσι λοιπόν αυξάνει την πέψη της τροφής και τελικά την αξιοποίησή της από τον οργανισμό.

Τέλος, το κόλον που ανήκει στο παχύ έντερο, είναι υπεύθυνο για την απορρόφηση μεγάλου μέρους του καταναλισκόμενου ύδατος και των εκκρινόμενων υγρών. Επίσης, τα βακτήρια που υπάρχουν στο κόλον ζυμώνουν τους άπεπτους υδατάνθρακες και παράγουν λιπαρά οξέα βραχείας αλύσου. Αυτά αφού απορροφηθούν, μπορούν να προσφέρουν στον οργανισμό επιπλέον ενέργεια-θερμίδες που αγγίζουν μάλιστα τις 1000kcal ημερησίως.

Η έλλειψη τμήματος του εντέρου επηρεάζει την λειτουργία του στομάχου και του παγκρέατος

Το τμήμα του εντέρου που είναι πλησιέστερα στον στόμαχο, παράγει ορισμένες ορμόνες (γαστρικό ανασταλτικό πεπτίδιο, αγγειοκινητικό εντερικό πεπτίδιο) που ρυθμίζουν την κινητικότητα και τις εκκρίσεις του στομάχου. Η εκτομή λοιπόν αυτού του τμήματος του εντέρου, οδηγεί σε αυξημένη έκκριση της γαστρίνης και γενικότερα σε γαστρική υπερέκκριση. Μάλιστα, αυτή μπορεί να διαρκέσει μέχρι και 6 μήνες μετά την εκτομή του εντέρου. Η υπερέκκριση αυτή, αφενός αυξάνει τον όγκο των υγρών που περνά στο λεπτό έντερο και αφετέρου αναστέλει την αποτελεσματική δράση των παγκρεατικών ενζύμων που δρουν μόνο σε συγκεκριμένο pH. Έτσι λοιπόν, τελικά επηρεάζει την διαδικασία της πέψης και της απορρόφησης με έμμεσο τρόπο. Για τον λόγο αυτό, οι θεράποντες ιατροί συνήθως χορηγούν μετεγχειρητικά κάποιο φάρμακο που ρυθμίζει την οξύτητα του γαστρικού περιεχομένου.

Η προσαρμογή του εντέρου είναι ένας από τους κυριότερους στόχους στη διατροφική φροντίδα του ασθενούς με σύνδρομο βραχέος εντέρου

Αρχικά θα πρέπει να τονίσουμε ότι η προσαρμογή αυτή αφορά τόσο τα δομικά όσο και τα λειτουργικά χαρακτηριστικά του εναπομείναντος εντέρου.

Στην δομική προσαρμογή αναμένουμε:

  1. Μερική αύξηση του εύρους και του μήκους του εντέρου
  2. Αύξηση του μεγέθους των εντερικών λαχνών που επιτελούν την πέψη και την απορρόφηση των θρεπτικών συστατικών
  3. Αύξηση του βάθους των κρυπτών και του αριθμού των εντεροκυττάρων
  4. Προσαρμογή και αύξηση της ισχύος και του μεγέθους των εντερικών μυών

Στην λειτουργική προσαρμογή αναμένουμε:

  1. Αύξηση της δραστηριότητας των ενζύμων της ψυκτροειδούς παρυφής του εντέρου
  2. Πολλαπλασιασμό των πρωτεϊνών φορέων που επιτελούν την απορρόφηση των θρεπτικών συστατικών
  3. Προσαρμογή και μείωση του χρόνου διάβασης της τροφής

Ποιοι παράγοντες καθορίζουν την προσαρμογή του εναπομείναντος εντέρου;

Ο κυριότερος και καθοριστικότερος παράγοντας είναι η διατροφή του ασθενούς. Ο λόγος για αυτό είναι κυρίως διότι η είσοδος τροφής στο έντερο διεγείρει την αύξηση των παγκρεατικών, χολικών και γαστροεντερικών εκκρίσεων καθώς επίσης και την έκκριση εντερικών ορμονών. Επίσης, η τροφή ασκεί και άμεση επίδραση κατά την επαφή της με τα κύτταρα του εντέρου. Ακόμη, στην προσαρμογή του εναπομείναντος εντέρου συμβάλει σημαντικά και η δράση των λιπαρών οξέων βραχείας αλύσου (SCFA) που ανέφερα παραπάνω.

Εκτός όμως από την διατροφή υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που καθορίζουν τον βαθμό της εντερικής προσαρμογής όπως:

  1. Η παρουσία του κόλον και του ειλεού
  2. Οι παγκρεατο-χολικές εκκρίσεις
  3. Η ηλικία του ασθενούς
  4. Η έκταση της εντερεκτομής

Μέγιστος βαθμός προσαρμογής του εντέρου αναμένουμε να συμβεί σε διάστημα έως και 2 έτη μετά την εντερεκτομή. Μετά το χρονικό αυτό διάστημα είναι σχεδόν απίθανη οποιαδήποτε προσαρμογή. Για τον λόγο αυτό, οφείλουμε να προβούμε σε όλες τις απαραίτητες διαιτολογικές παρεμβάσεις σε αυτό το χρονικό διάστημα ενώ ο ασθενής θα πρέπει να επιδείξει την μέγιστη συμμόρφωση σε αυτές. Αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος να αυξήσουμε τις πιθανότητες της επιτυχούς έκβασης. Η επιτυχής έκβαση καθιστά τον ασθενή ικανό να καλύπτει τις θρεπτικές του ανάγκες με σίτιση από το στόμα.

Αντίθετα, σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί επαρκής εντερική προσαρμογή και δεν αρκεί η από του στόματος σίτιση για την κάλυψη των θρεπτικών αναγκών, εφαρμόζουμε παρεντερική διατροφή με όλα τα μειονεκτήματα που αυτή μπορεί να έχει στην ποιότητα ζωής του ασθενούς.

Θα ακολουθήσουν επόμενα άρθρα με θέμα την διατροφή και την ενυδάτωση του ασθενούς με σύνδρομο βραχέος εντέρου.

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΑΡΘΡΟΥ

Κοινοποιήστε το!

Σχετικά άρθρα του Doc Diet